Αυτό που περιμένουμε από στιγμή σε στιγμή,
(Κάτι σα νάχουμε ξεχάσει – κάτι γυρίζει μες στο νου.
Κοιτάζουμε παντού, παιδεύουμε την ανάμνηση,
Ανάβουμε φως να βλέπουμε και να βλεπόμαστε).
Αυτό που περιμένουμε μέσα στο αύριο,
Στο κάθε επόμενο άνθισμα των αριθμών,
Μπορεί νάναι μια χειρονομία ή ένα χαμόγελο,
Που έρχεται κ' είναι παρόν στο δρόμο που πηγαίνουμε,
Όταν κινούμε πρωί απ' το σπίτι μας μέσα στη μέρα,
Όταν γυρίζουμε πίσω κυρτοί απ' τον άνεμο.
Μπορεί νάναι σε κάθε στάση που στεκόμαστε,
Στην κάθε πόρτα που χτυπάμε να μας ανοίξουν.
Στο ποτήρι που πίνουμε, στο κάθισμα που καθόμαστε.
Χαμογελάτε καθώς διαβαίνετε ανάμεσα στα πράγματα.
Μπορεί να είστε ο ήλιος που περιμένουν ή ένας ενάλιος θεός
Που έρχεται μες απ' την πάχνη να τα κυλήση
Σε νέες κοίτες, σε καινούργιους αριθμούς.
Μπορεί να πηγαίνετε και να γυρίζετε μέσα στην μνήμη τους.
Χαμογελάτε ο ένας στον άλλο, χαμογελάτε στον εαυτό σας.
Όταν συναπαντιέστε μονάχοι, όταν σωπαίνετε,
Όταν προσεύχεστε, θυμάστε, ή αφουγκράζεστε.
Χαμογελάτε στον ξενητεμένο και στον άγνωστο,
Χαμογελάτε στους νεκρούς που προπορεύονται.
Από τη συλλογή Συνομιλίες (1953)